Είμαι από τους ανθρώπους που από τότε που άρχισα να καταλαβαίνω τον εαυτό μου μέχρι και σήμερα,
θεωρούσα το Σεπτέμβρη ως αρχή του έτους και όχι την 1η πρώτου...
Κάθε Σεπτέμβρης είναι μια νέα αρχή, ένα νέο ξεκίνημα για όλους όσους εμπλέκονται στην εκπαιδευτική διαδικασία. Παιδιά, γονείς, εκπαιδευτικοί προσπαθούν να προσανατολιστούν και να κάνουν την ετήσια μετάβαση με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Πρέπει να τους ξέρεις καλά τους Σεπτέμβρηδες γιατί έχουν την τάση να σε παραπλανούν! Ξεκινούν κάνοντας σου το γλυκούλη κι «έλα μωρέ, καλοκαίρι είναι ακόμα» κι όσο κι αν εσύ θέλεις λίγη ακόμα τεμπελιά, με το πέρασμα του πρώτου δεκαημέρου, σου δείχνουν τα δοντάκια τους... Ωστόσο, σκοπός τους είναι να σου πουν: «έλα, ξέρω ότι σου είναι δύσκολο», να σε πάρουν από το χέρι και να σε οδηγήσουν σε άλλη μια περιπέτεια! Τέτοια παλιοτόμαρα είναι οι Σεπτέμβρηδες...
Θα μπορούσα να τις παρομοιάσω με τις μυθικές Συμπληγάδες Πέτρες. Όπως κι αυτές, δυο λεξούλες όλες κι όλες, που ωστόσο κρύβουν από πίσω τους φόβο στα όρια του τρόμου, την αίσθηση ότι «δε θα τη βγάλω καθαρή» αλλά και ελπίδες ότι «θα περάσω» κι όλα θα πάνε καλά.
Οι λόγοι για τους οποίους κάθε μαθητής επιλέγει να κάνει αυτό τον άθλο, είναι πολλοί και ποικίλοι. Στην πλειοψηφία όμως, οι μαθητές κι οι οικογένειές τους θεωρούν πώς η επιτυχία στις Πανελλαδικές εξετάσεις σημαίνει επαγγελματική σταδιοδρομία και θετική προσωπική και οικονομική εξέλιξη. Εγώ εδώ θα πω, πως είναι ένα πρώτο βήμα και χρειάζονται πολλά ακόμα ως την επαγγελματική αποκατάσταση αλλά...
Σίγουρα, μέσα από τις δυσκολίες και τα βάσανα μιας διαδικασίας αγχωτικής και ανταγωνιστικής ξεπετάγεται ένας κόσμος «νέος», μεγαλύτερος από το μικρόκοσμο ενός σχολείου, γεμάτος γνώση, εμπειρίες, ωρίμανση τόσο μαθησιακή όσο και φυσική και αδιαμφισβήτητα ένα πεδίο δόξης λαμπρό για νέους (εξ)ερευνητές. Αξίζει τον κόπο; Ναι, εκατό, χίλιες φορές ναι!
Ποιος είναι ο ρόλος του εκπαιδευτικού εδώ; Κάπως αντίστοιχος με αυτόν του τυφλού μάντη Φινέα. Αφού διερευνήσει τους στόχους και τις προθέσεις, αφού εντοπίσει τις πιο συγκεκριμένες δυσκολίες που μπορεί να υπάρχουν, καταστρώνει την πορεία για το πέρασμα. Είναι σαν την παροιμία που λέει πως «ο γάιδαρος τρώγεται μπουκιά μπουκιά». Έτσι λοιπόν, κάθε μέρα, διδάσκει, μεταδίδει, εξηγεί ελέγχει την κατακτημένη γνώση και ταυτόχρονα ενθαρρύνει, στηρίζει και επιβραβεύει τόσο την προσπάθεια όσο και το αποτέλεσμά της. Η «Αργώ» μας περιμένει στο λιμάνι. Ξεκινάμε;
Είναι από τις φορές που δεν ξέρω από που να ξεκινήσω και πού να τελειώσω... Θα μπορούσα να ορίσω τις μαθησιακές δυσκολίες σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, να μιλήσω για Δυσλεξία, ΔΕΠ-Υ, ΔΑΦ και άλλους όρους αλλά νομίζω ότι επί του παρόντος δεν έχει νόημα. Αυτό που έχει νόημα να πω είναι ότι οι μαθησιακές δυσκολίες είναι αυτές που εμποδίζουν ένα παιδί το οποίο σκέφτεται διαφορετικά (γιατί ο εγκέφαλός του είναι διαφορετικός!) να μάθει με τον τρόπο που επιτάσσει το παρόν εκπαιδευτικό σύστημα.
Η κάθε δυσκολία είναι διαφορετική, όχι μόνο ως προς το βαθμό που υπάρχει, αλλά και αντικειμενικά, εφ’ όσον το κάθε παιδί είναι διαφορετικός άνθρωπος.
Στις μέρες μας έχει αρθεί σε μεγάλο βαθμό η προκατάληψη και σπάνια ακούς φράσεις όπως «δεν τα παίρνει τα γράμματα», «το παιδί είναι χαζό/ καθυστερημένο», «έχει αλλού τα μυαλά του» ή «δεν είναι για σχολειό». Όλο και περισσότεροι γονείς είναι υποψιασμένοι σε σχέση με τις μαθησιακές δυσκολίες και προσπαθούν να βρουν τρόπους αξιολόγησης και βοήθειας για τα παιδιά τους. Αυτό όμως δε σημαίνει ούτε ότι μπορούν να καταλάβουν «τι» και «γιατί» τους συμβαίνει, ούτε ότι μπορούν να τα βοηθήσουν χωρίς τη συνδρομή κάποιου ειδικού.
Το πρώτο βήμα είναι η αξιολόγηση, που θα προκύψει μοιραία μέσα από την παρατήρηση της συμπεριφοράς του παιδιού είτε από τον ίδιο το γονέα είτε από κάποιο εκπαιδευτικό. Οποιοδήποτε γονιός μπορεί να ζητήσει αξιολόγηση από ιδιώτη κλινικό ψυχολόγο ή από αρμόδια ιδιωτικά κέντρα για να επισπεύσει τη διαδικασία αλλά η μαύρη και πικρή αλήθεια είναι πώς τα απαραίτητα διαπιστευτήρια για τη σχολική ζωή μπορούν να τα εκδώσουν μόνο δημόσιοι φορείς όπως τα ΚΕΔΑΣΥ και κάποια ιατροπαιδαγωγικά κέντρα.
Στη συνέχεια πρέπει να έρθει η αποδοχή. Το παιδί είναι απλά διαφορετικό. Τίποτ’ άλλο, απλά διαφορετικό. Δε θέλω να αναφέρω διασημότητες που αντιμετώπισαν στα σχολικά τους χρόνια ρατσισμό και προκατάληψη για επιδόσεις που οφείλονταν σε μαθησιακές δυσκολίες, αλλά θα πω ότι πολλές φορές ο διαφορετικός τρόπος λειτουργίας του εγκεφάλου συνεπάγεται χαρίσματα που δεν είναι εύκολα εμφανή και σε ορισμένες περιπτώσεις αφορούν και στον ακαδημαϊκό τομέα.
Μετά την αποδοχή, αυτό που ακολουθεί είναι η στήριξη. Αν είμαστε τυχεροί και η δυσκολία διαγνωστεί νωρίς, τότε υπάρχει το περιθώριο να αμβλυνθεί με τη βοήθεια ενός ειδικού παιδαγωγού. Η δυσκολία δε θα εξαφανιστεί ποτέ, αλλά το ειδικό μάθημα δίνει τη δυνατότητα να αναπτυχθούν τεχνικές και ελιγμοί που θα βοηθούν στη μαθησιακή διαδικασία. Η ωρίμανση οδηγεί από μόνη της σε μερική άμβλυνση της δυσκολίας αλλά σίγουρα είναι προτιμότερη η στήριξη του παιδιού, ώστε να μάθει από το δημοτικό (που τα πράγματα είναι πιο απλά σε επίπεδο ύλης) να αυτενεργεί και να οργανώνει τη γνώση σύμφωνα με τις δικές του ανάγκες.
Και μετά; Τι γίνεται μετά το δημοτικό; Ε, μετά έρχονται άνθρωποι σαν κι εμένα, καθηγητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης με εξειδίκευση στις μαθησιακές δυσκολίες. Στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο δεν υπάρχει πρόβλεψη για τις μαθησιακές δυσκολίες, αν εξαιρέσουμε τη δυνατότητα της προφορικής εξέτασης. Είναι πράγματι μυστήριο το γεγονός ότι θεωρείται πως οι μαθησιακές δυσκολίες εξαφανίζονται με «τρόπο μαγικό» με το πέρασμα του μαθητή στη δευτεροβάθμια. Κάτι τέτοιο βέβαια δεν ισχύει...
Έτσι λοιπόν, δική μου δουλειά είναι να δω εξειδικευμένα την κάθε δυσκολία και να βρω τρόπους με τους οποίους το κάθε παιδί θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του συστήματος και να πετύχει τους στόχους του. Πώς γίνεται αυτό; Από την πλευρά του εκπαιδευτικού, πέρα από την κατάρτιση στο πεδίο, απαιτείται απόλυτη προσήλωση, υπομονή και απαρέγκλιτη συνέπεια στο στόχο. Από την πλευρά του μαθητή, απαιτείται συνεχής προσπάθεια καθώς κανένας αγώνας δεν κερδίζεται αν οι παίκτες δεν προπονούνται σωστά και με συνέπεια.
Παίζει όμως μεγάλο ρόλο και η κερκίδα. Η στήριξη και η κατανόηση από την πλευρά των γονιών είναι θεμέλιος λίθος αυτής της προσπάθειας. Με διαρκή συνεννόηση με τον εκπαιδευτικό αλλά και με το σχολείο, η οικογένεια δημιουργεί μια ασπίδα προστασίας έτσι ώστε να μπορεί να ευοδωθεί η προσπάθεια. Χωρίς τη στήριξη της οικογένειας πολύ λίγα μπορούν να κερδηθούν.
Εν κατακλείδι... Πραγματικά χαμένος αγώνας είναι ο αγώνας που δε δίνεται. Πρόσκαιρες ήττες μπορεί να υπάρξουν στη μαθητική ζωή όπως και στην κανονική. Θα υπάρξουν βεβαίως και νίκες, αλλά το σημαντικότερο κέρδος είναι ότι μαθαίνεις να αγωνίζεσαι!
Οι περισσότεροι μαθητές όταν ακούν τη λέξη «εκπαίδευση» συνήθως φέρνουν στο μυαλό τους το σχολείο τους -τόσο σαν κτίριο όσο και σαν έννοια- και τους καθηγητές τους, σκέψη που συχνότατα συνοδεύεται από μια αίσθηση καταπίεσης κι απέχθειας. Είναι πολύ σπάνιο το φαινόμενο ένας μαθητής –εδώ που τα λέμε και πολλοί ενήλικοι- να μπορούν να συνδέσουν το σχολείο -όπως το ξέρουν- με μια γενικότερη εικόνα με χαρακτηριστικά ιστορικά, κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά κι ακόμα σπανιότερο ένας μαθητής να τρέφει συναισθήματα αγαθά για τα ευαγή ιδρύματα που φιλοξενούν τη «γνώση» (;).
Ωστόσο βέβαια, το γεγονός ότι η παραπάνω σύνδεση συνήθως είναι αδύνατη, οφείλεται στο ότι αυτό ακριβώς αποτελεί την επιδίωξη. Πρωτού ακόμα καθοριστεί η διδακτέα ύλη, πρωτού διοριστούν δάσκαλοι ή καθηγητές, πρωτού χτιστούν σχολεία και αποκτηθεί ο αναγκαίος εξοπλισμός καθορίζεται το εξής: τι ανθρώπους θέλουμε να παράγει η εκπαίδευση από την πρώτη ως την τελευταία της βαθμίδα. Και φυσικά πρόκειται για κοινωνικοπολιτικό διακύβευμα που λαμβάνει χώρα μέσα σε συγκεκριμένες οικονομικοϊστορικές συνθήκες.
Πιο συγκεκριμένα θα μπορούσαμε να θέσουμε τα ακόλουθα ερωτήματα και να προσπαθήσουμε να τα απαντήσουμε.
Θέλουμε μαθητές που θ’ αγαπήσουν τη μάθηση και τη γνώση;
Θέλουμε μαθητές που θα αυτενεργούν ή που θα αποδέχονται παθητικά όσα ακούν χωρίς να σκέφτονται;
Θέλουμε οι μαθητές να σκέφτονται ή απλά να απομνημονεύουν και να καταπίνουν πληθώρα πληροφοριών;
Θέλουμε μαθητές που θα συνεργάζονται ή που θ’ ανταγωνίζονται;
Θέλουμε παιδιά με υγιή κοινωνικοποίηση και σωστά δομημέμενες διαπροσωπικές σχέσεις;
Θέλουμε ανθρώπους με γενικές γνώσεις και ανοιχτούς ορίζοντες ή ανθρώπους με μεγάλο βαθμό εξειδίκευσης και τάση στη μονομέρεια;
Θέλουμε ανθρώπους που να εργάζονται ανάλογα με τις δυνατότητες, τις κλίσεις και τα ταλέντα τους;
Θέλουμε ανθρώπους που να εργάζονται ή ανθρώπους που να προσπαθούν να ζήσουν μια άκοπη και άσκοπη τυχοδιωκτική ζωή;
Θέλουμε ανθρώπους που να μπορούν να αναγνωρίσουν το δίκαιο και το άδικο ή ποιες είναι οι αποδεκτές ή οι απαράδεκτες συνθήκες εργασίας;
Θέλουμε ανθρώπους που να ενδιαφέρονται για τους άλλους και το κοινό καλό;
Τι είδους ανθρώπους θέλουμε λοιπόν;
Κάθε αναγνώστης μπορεί να απαντήσει κατά μόνας τα παραπάνω ερωτήματα και να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα. Εντούτοις, ανάλογα με το πώς θα απαντηθούν τα άνωθι καταγραφόμενα ερωτήματα συνάγεται ποια είναι η «εκπαίδευση» που θέλουμε, που έχουμε ή διεκδικούμε. Ας αναλογιστούμε πάνω στο σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα. Ας προσπαθήσουμε να το δούμε σα σύστημα κι όχι μεμονωμένα – λάθος που γίνεται όχι μόνο από μαθητές αλλά και γονείς ή εκπαιδευτικούς ή και συνολικά με ανθρώπους άσχετους με τον κόσμο της εκπαίδευσης.
Για παράδειγμα το βιβλίο της ιστορίας της τάδε τάξης μπορεί να περιέχει αντιεπιστημονικές ανακρίβειες, ο τάδε καθηγητής του τάδε σχολείου να κρίνεται ανεπαρκής, να μην υπάρχουν ηλεκτρονικοί υπολογιστές στο τάδε σχολείο ή η διεύθυνση του τάδε σχολείου να μην πατάσσει την παραβατικότητα. Κανένας όμως δε θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι δεν υπάρχουν και αξιόλογα διδακτικά εγχειρίδια και επαρκέστατοι εκπαιδευτικοί ή διευθυντές (σε όσα αφορούν την υλικοτεχνική υποδομή και τα κονδύλια που διατίθενται δεν...) Όλα τα παραπάνω όμως αποτελούν τις συνιστώσες μιας και μοναδικής συνισταμένης. Ποια είναι η σημασία -και πόση είναι- που δίνουμε σήμερα στην εκπαίδευση;
Πολλά θα μπορούσαν να γραφτούν για το ρόλο του «δασκάλου» με την ευρεία έννοια του όρου. Ωστόσο προτιμώ να παραθέσω ένα αγαπημένο απόσπασμα από κείμενο ενός μεγάλου δασκάλου, με το οποίο συμπορεύομαι πολλά χρόνια σαν οδηγό μου στα δύσκολα μονοπάτια της εκπαίδευσης...
«Ο δάσκαλος συνθλίβει το χρόνο μέσα του και παραμένει παιδί. Δάσκαλος δεν είναι αυτός που μαθαίνει στα παιδιά μας τα σχολικά γράμματα, μουσική, καλούς τρόπους. Αυτά τα μαθήματα είναι εξωτερικά. Μένουν στην επιφάνεια σαν τα ρούχα που φορούμε. Δεν εισχωρούν παράμεσα στην ψυχή μας, δεν μας πλάθουν, δεν διαμορφώνουν αυτό που λέμε προσωπικότητα: Πνεύμα, ήθος, χαρακτήρα. Εκτός αν εκείνοι που τα προσφέρουν δεν περιορίζονται στην απλή μετάδοση γνώσεων αλλά τα χρησιμοποιούν ως μέσα να για να πετύχουν το στόχο της διαμόρφωσης της προσωπικότητας.
[...]
(Δάσκαλος είναι αυτός) που παραμένοντας ενήλικος μπορεί να γίνεται παιδί και κάθε χρόνο με τα νέα παιδιά που έρχονται στα χέρια του να γίνεται παιδί. Τούτο μπορούμε να το διατυπώσουμε και αλλιώς. Ο αληθινός δάσκαλος ενηλικιώνεται παραμένοντας παιδί στην ψυχή, άνθρωπος δηλαδή εύπλαστος, δροσερός, αγνός. Αδύνατο να φανταστεί κανείς πόσο δύσκολο, σχεδόν υπεράνθρωπο είναι αυτό που του ζητούμε, να συνθλίψει μέσα του το χρόνο, να γερνάει φυσιολογικά και όμως να μένει νέος στην ψυχή για να μπορέσει να έχει πρόσβαση στα αισθήματα, στις σκέψεις, στις επιθυμίες του νέου ανθρώπου που θα διαπαιδαγωγήσει, να τον καταλαβαίνει, να χαίρεται, να διασκεδάζει μαζί του, να σκέπτεται τις σκέψεις του, να επιθυμεί τις επιθυμίες του, να πονάει τον πόνο του…
Επίσης, πετυχημένος είναι ο δάσκαλος που έκανε με το έργο του τόσο ώριμο το μαθητή του ώστε εκείνος να μην τον χρειάζεται πια. Ο θρίαμβος του δασκάλου είναι να κάνει τον νέο άνθρωπο αυθύπαρκτο και ανεξάρτητο -στον τρόπο που μεθοδεύει τις παρατηρήσεις και τις σκέψεις του, στον τρόπο που κάνει τις εκτιμήσεις του, που καταρτίζει το πρόγραμμα της δράσης του, που σημασιολογεί τη ζωή ώστε να μην έχει πλέον ανάγκη από χειραγώγηση και ούτε από τον ίδιο τον δάσκαλο του.
[...]
Το πιο σημαντικό. Την αγάπη για το παιδί. Άφησα τελευταία την κύρια ιδιότητα (ορθότερα την πρώτη αρετή) του δασκάλου. Την αγάπη για το παιδί. Στο παιδί που δεν είναι δικό του αλλά γίνεται δικό του όταν συνδεθεί με την παιδευτική σχέση. Στο παιδί ως παιδί που ως ένα νέο και τρυφερό βλαστάρι που δεν έχει ακόμα ξεδιπλώσει τα φύλλα του αλλά κλείνει μέσα του τόσους θησαυρούς -νοημοσύνης, ευαισθησίας- δραστηριότητας- και περιμένει τη δική του στοργή και φροντίδα για να ανθοβολήσει, να αναπτυχθεί και να ολοκληρωθεί. Είναι απίστευτο με πόση αγάπη (ανιδιοτελή, θερμή, αφειδώλευτη) αφοσιώνεται ο αληθινός δάσκαλος στους μαθητές του. Το παιδί που του εμπιστεύτηκαν να διδάξει γίνεται ο άξονας της ζωής του, αυτό της δίνει περιεχόμενο και γίνεται ο άξονας της ζωής του.
[...]
Κατάλαβε το καλά, και κλείσε αυτή την αλήθεια μέσα στην ψυχή σου, ότι η διδασκαλία ανήκει στην κατηγορία των πνευματικών έργων όπου το καλό αποτέλεσμα είναι προϊόν έμπνευσης και δημιουργικού οίστρου. Με μια λέξη: είναι δημιουργία. Και ο άξιος δάσκαλος: δημιουργός. Αυτό πρέπει να σκέπτεσαι όταν αρχίζεις όχι μόνο μια σειρά μαθημάτων, αλλά και το κάθε μάθημα, κάθε ώρα διδασκαλίας. Δε θα εργαστείς απάνω σε γνωστές και πολυμεταχειρισμένες, στερεότυπες φόρμες και φόρμουλες (όπως: ο τεχνίτης στα «βάναυσα» έργα), αλλά θα δημιουργήσεις πάντοτε κάτι νέο και πρωτότυπο, κάτι που δεν είχε, δεν μπορούσε να έχει γίνει ως τώρα (όπως ο αληθινός ποιητής στα «ευγενή» έργα του πνεύματος). Ε. Παπανούτσος, από το Δοκίμιο “Πρωτοβουλία και οίστρος . Ιδού το μάθημα”